|
тысячелетний #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тысячелетний? — χιλιετής как с (ново)греческого переводится слово χιλιετής? — тысячелетний — ερρηξα — ισπανικά — φλογάτος — συνόριο — υγιός — ρικινέλαιον — αμπελοκομία — δικινητήριο — πλαγιοδέτηση — λιβαδότοπος — γόβα — αγριοπούλι — σκοτούρα — μπαρουτίλα — υδρόχρωμα — ψηλαφιστά — κομματόσκυλο — πυγονιπτήρας — σαρκώδης — λουλουδάω — σφεντονάω |
|||