|
ο тот(__,__) кто гонится за похвалой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тот, кто гонится за похвалой? — επαινοθήρας как с (ново)греческого переводится слово επαινοθήρας? — тот, кто гонится за похвалой — γαλούχηση — ανεξαρτήτως — μικροπόνηρος — φωνομετρικός — αναγέρνω — συνεύρεσις — αντήλι — στραγγιστήρι — καβάλα — αφιλοκαλία — στίλβωμα — ξεγαντζώνομαι — ανασάλεμα — όροφος — παραβίωση — τιθασσευστής — καρδιοειδής — διατίμηση — εδεμικός — αμάλωτος — ακρουστάλλιαστος |
|||