|
мат. равносторонний #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово равносторонний? — ισόπλευρος как с (ново)греческого переводится слово ισόπλευρος? — равносторонний — σιτέμπορος — βρογχοστένωση — χυτοσίδηρος — γυαλένιος — πεντόζη — χιλιόλιτρο — γνώρος — ρολόϊ — ανδριάς — λαχειοφόρος — γαργάλισμός — ολιγανδρία — εγκάτοικος — αντιοφροδισιακός — ζωοτροφώ — φραγκισκανός — αργοπάτημα — θύμωμα — εικονολήπτης — Σπανιόλα — φιστικύς |
|||