Новогреческий словарь
βικτώρια
βικτώρια
η
двухместный экипаж
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
двухместный экипаж
? —
βικτώρια
как с
(ново)греческого
переводится слово
βικτώρια
? — двухместный экипаж
#
(ново)греческий словарь
—
θυμηδία
—
παραχάραξη
—
αναρθρος
—
ελαιοτρίβης
—
μπρούμυτος
—
ρητινοφόρος
—
ζωγρώ
—
απόμακρα
—
ακρογιαλίτικος
—
παρειά
—
αποφώλιος
—
δεκάλογος
—
πυραυλοκίνητος
—
δίψακας
—
ποιητάρης
—
ανεμοκινητήρας
—
βαρογράφος
—
αποστραγγιστικός
—
ταμείο
—
βροχοφόρος
—
αμυαλοσύνη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве