Новогреческий словарь
μενεξελί
μενεξελί
το
фиолетовый цвет, цвет фиалки
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фиолетовый цвет
? —
μενεξελί
как на
(ново)греческом
будет слово
цвет фиалки
? —
μενεξελί
как с
(ново)греческого
переводится слово
μενεξελί
? — фиолетовый цвет, цвет фиалки
#
(ново)греческий словарь
—
εξερεθιστικός
—
χαρτοπαικτείο
—
αληθοφάνεια
—
αγριοκοίταγμα
—
υπεραισθησία
—
σκασμός
—
ραδιοφάρος
—
αρνεύγω
—
ταλαντεύομενος
—
αγγειοπλάστης
—
σπερματογένεση
—
αντιζυγία
—
ξεγλυτώνω
—
κρέμασμα
—
αεραιμία
—
ορνιθοκομείο
—
αλετρόχερο
—
αντρείος
—
θερμομετρικός
—
εκατοντάδραχμο
—
ανάλεστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,