Новогреческий словарь
στειροσύνη
στειροσύνη
η
бесплодие
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бесплодие
? —
στειροσύνη
как с
(ново)греческого
переводится слово
στειροσύνη
? — бесплодие
#
(ново)греческий словарь
—
κατσαρόλι
—
κλητικός
—
πρήζω
—
σκληρόμετρο
—
μελίγονο
—
τσέρκι
—
ολοκαιρίς
—
ποτοπωλείο
—
αφρόντιστα
—
σταλίστρα
—
ξεματιάζομαι
—
δεκατριετής
—
υπερκεράτωσις
—
αντισημιτισμός
—
παραλαλώ
—
όραση
—
Χριστούγεννα
—
αντιδικώ
—
ξελογιάζομαι
—
συναρίθμησις
—
κανταδίτσα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве