|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κρατικοποίησις? — — μαγνητογράφος — κρανιοτομή — κρομμυδίλα — ματαβάζω — μάσκουλο — μετεργασιακός — αδιάστικτος — χάσμηση — φαφουταίνω — αυταπάτη — γαιόκηρος — παραφροσύνη — κονάκι — προσεισμικός — βυσσοδομώ — τσιμινιέρα — ξεσκονίζω — μιλιγκράμ — πεζογέφυρα — κατάτριψη — θορυβημένος |
|||