Новогреческий словарь
καμπυλόμετρο
καμπυλόμετρο
το топогр.
курвиметр
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
курвиметр
? —
καμπυλόμετρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
καμπυλόμετρο
? — курвиметр
#
(ново)греческий словарь
—
μάκενα
—
ουδέτερος
—
γεφυροπλάστιγξ
—
ειδωλολατρία
—
παλιόκαιρος
—
ιεροεξεταστικός
—
φρικώδης
—
θεόρατος
—
τρεμούλιασμα
—
σιτοκαλλιεργητής
—
κοζακλαριώτικος
—
ήλιον
—
περιβάλλω
—
αεροκίνητος
—
αγροχημικός
—
σιταγωγία
—
αεροκοπόνισμα
—
προικοδότηση
—
ευφορικός
—
φρεατοτύμπανον
—
γοργάδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,