|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ειδική? — — βασάνισμα — έφελξη — αδελφοσύνη — γονέας — αντιπροσωπευτικός — απόχρωση — άτριχος — ναυκληρία — μαυρόκοττα — αντίλαμψη — ασυμβίβαστος — Αραβία — άτεχνος — γιοφύρι — αναμοχλευτικός — διαμέσον — τσιφλικάς — γγιάω — Ελλάδα — εκατοστίζω — γεωγραφικός |
|||