|
ο, η болтун, болтунья #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово болтун? — λογοκόπος как на (ново)греческом будет слово болтунья? — λογοκόπος как с (ново)греческого переводится слово λογοκόπος? — болтун, болтунья — ελευθερώνομαι — ορυζοφάγος — επαναστρέφω — στάλαγμα — ξελέω — συγκατέχω — κολπικός — ηγεμονίσκος — στωμυλία — διορθώσεις — άγνωστο — εξαθλιώνω — λιγούρης — τάχυνση — μυθομανία — οριστικά — εισβάλλω — κοντόπνοος — αντιπρόποσις — φωτογράφος — κατουρώ |
|||