|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεγαλοκαμωμένος? — — μεταλλογράφος — αεροβική — υπεραστικό — αφιλολόγητος — κατευθύνομαι — παρατονία — δημογραφία — βρουλιά — γαιομισθωτής — ιμπεριαλίστρια — λεύκανση — πρόστριψη — ψαμμώδης — απανωτά — αφορμάριστος — αποκαλυπτήρια — διαπεραστός — αγριότητα — κομψοεπής — άμμο — κρεατοσάνιδο |
|||