|
ο владыка (обращение к высшему духовному лицу) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово владыка? — δέσποτας как с (ново)греческого переводится слово δέσποτας? — владыка — ακόνι — γελασίναι — τρέμω — αρίφνητα — αντιβασίλισσα — ακεραμίδωτος — θρόμβωση — γερουσία — φούρκισμα — χά — προσκαλνώ — καμπυλότητα — αποδεικτικός — πολυεθνικός — αποατομικοποιημένος — ασβέστιος — παλάτι — σπασμωδικός — πτυσσόμενος — πολλάκις — αμμωνάλη |
|||