|
(-εως) η отплытие, отправление #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отплытие? — απαρση как на (ново)греческом будет слово отправление? — απαρση как с (ново)греческого переводится слово απαρση? — отплытие, отправление — αλευράδικο — γκαντέμης — Εσθονός — ευφυΐα — τροπωτήρ — χαλάστηκα — πλεύση — αξολόθρευτος — ήρθην — μεγαλέμπορας — δημαιρεσιακός — εβραΐζω — ρυζόχαρτο — παρωρίτης — ντόπιος — μονομεταλλικός — ανέλκωσις — διογκώνω — λουμπάρδα — εγχύμωση — απορριξιμιό |
|||