|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εμπαθώς? — — βιβλιογνωστικός — ασβεστοποιία — αερομαχώ — αδιερεύνητος — κωφώ — πανιάζω — Ποσειδώνας — απομέσα — ευκολοδιάβαστος — δενδρόκαρπος — βελονοθήκη — λυγεράδα — καλπουζάνος — εκκολάπτομαι — ψηλός — κατατάσσω — νηματοειδής — παννυχίδα — ταχταρίζω — γράμμα — δεκατιανό |
|||