Новогреческий словарь
ατμοστρόβιλος
ατμοστρόβιλ|ος
ο
паровая турбина
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
паровая турбина
? —
ατμοστρόβιλος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ατμοστρόβιλος
? — паровая турбина
#
(ново)греческий словарь
—
σφυροκόπος
—
φοινικών
—
εγγύς
—
όμιλος
—
γραπατσώνω
—
παλλαϊκός
—
κακοκαρδισμένος
—
αντιληπτός
—
περιζώνω
—
χρηστότητα
—
πηνίο
—
αστρίτης
—
ενδαρτηρίτις
—
οικοδομάω
—
ξεκούραστα
—
μπαταξηλίκι
—
αργοπόρια
—
μασονισμός
—
επτακοσιοστόν
—
στέλεχος
—
αποδυνάμωμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω