Новогреческий словарь
τηλεφωνία
τηλεφωνία
η 1)
телефонная связь
;
2)
телефония
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
телефонная связь
? —
τηλεφωνία
как на
(ново)греческом
будет слово
телефония
? —
τηλεφωνία
как с
(ново)греческого
переводится слово
τηλεφωνία
? — телефонная связь, телефония
#
(ново)греческий словарь
—
εικονογράφος
—
αμαρκάριστος
—
συγγενικός
—
αχμάκης
—
δευτερογαμία
—
πίνος
—
σκαλτσούνι
—
εγκαλεστής
—
φλαμανδικός
—
τσομπανόπουλο
—
ανισοτιμία
—
καλλωπιστήριο
—
φά
—
γεμώνω
—
κοψίδι
—
χαριεντίζομαι
—
στρατοπεδευμένος
—
ρήγαινα
—
απροσδόκητος
—
θεατρολογία
—
μεθυλένιο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве