|
η бочарное дело, производство бочек #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бочарное дело? — βυτιοποια как на (ново)греческом будет слово производство бочек? — βυτιοποια как с (ново)греческого переводится слово βυτιοποια? — бочарное дело, производство бочек — γκιλοτίνα — αυτογραφική — ανυπόβλητος — εσώψυχα — χαρακτική — γουρούνας — ηλιοτυπία — ναυπηγική — ασημόχωμα — στριφτάρι — αναψυχώνω — ηλεκτρογεννήτρια — αχρεωκόπητος — ακαλλώπιστος — χρησιμοποιημένος — δωμάτιο — επίμαχος — ειρήνη — ορμεμφύτως — ταπεινοσύνη — χουφτιάζω |
|||