|
ο законовед, правовед #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово законовед? — νομοδιδάσκαλος как на (ново)греческом будет слово правовед? — νομοδιδάσκαλος как с (ново)греческого переводится слово νομοδιδάσκαλος? — законовед, правовед — βολετός — τυραννίσκος — βομβυκοτροφικός — ανακατωσιάρης — αύλειος — γλυκομιλησιά — κατάτμηση — σφίχτης — πολυθέλγητρος — επίκουρος — εύχρους — υπερφεγγάρι — δεσμώτις — πλησμονή — μονισμός — πλακόστρωτος — κατηχητική — ασημοκλαίω — άγνεθος — οικοσκευή — γουλιανός |
|||