|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αραποφάσουλα? — — αντιστέκω — ξαναγυρίζω — καθαιρώ — επιδεκτικότητα — λεφτάκια — εναερίως — έγγιστα — αψέντι — λέμβος — ροδακινέα — πυρίπνους — εξυγιαίνω — απερίφραχτος — αποφθεγματικός — μούδιασμα — κλονισηκός — παρασκεύασμα — προεξάρχων — λιθοδιάλυση — διψώ — τσιόνι |
|||