|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ψυχωτικός? — — κτητικός — πεντόφραγκο — χρονικογράφος — δημοπρασία — θρυλείται — σπονδυλωτά — όμβρα — αρκούδας — γελαδίτσα — ελαττωματικός — φάσκελο — ανατεθειμένος — διαγκώνιση — διαισθητικός — χαζοφέρνω — μεθυστικά — οπόσος — βιομηχανοποίηση — εκφέρω — φεβρουαριάτικος — φυτοκόμος |
|||