|
пятьсот #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пятьсот? — πεντακόσια как с (ново)греческого переводится слово πεντακόσια? — пятьсот — πάσχα — κουτσοδόντα — αποταμιεύω — αναχασμώμαι — κωμικοτραγωδία — συμπληρωματικός — αμηνόρροια — διακοσμήτρια — μεγαλοδωρία — συνοδεία — κακομούτρης — φυσικοθεραπευτής — αγένωτος — αντλοσίφων — γερόντιον — κρυφογελάω — αχρησιμοποίητος — αμύγδαλο — λεπτόγειος — ευτέλεια — διαφιλονείκία |
|||