|
η раздача; распределение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово раздача? — διαμοίραση как на (ново)греческом будет слово распределение? — διαμοίραση как с (ново)греческого переводится слово διαμοίραση? — раздача, распределение — βουτυροκομω — διαπέμπω — ασφαλίζομαι — εκπνευση — εφέτος — ανοιχτοκαρδιά — εκμεταλλευόμενος — παρασιωπάω — διανόηση — εξάψαλμος — αρτηριοσκληρωτικός — αγνώριστος — μαργιόλικος — ενστιγματικός — μάκελλα — ζεστασιά — γεφυροπλάστιγγος — μονογαμικός — βλαπτικώς — εκτεθηλυμένος — επιγραφικός |
|||