|
η наручник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово наручник? — χειροπέδη как с (ново)греческого переводится слово χειροπέδη? — наручник — γλυκοκελαηδούσσα — αφαγκράζομαι — αμυντικότης — λαχανίδα — αντιψυχωσικός — εφηβότητα — φύτεμα — τυροκομικός — εξώπασχο — ζευγολατιό — κεπέγκι — λευκόθριξ — νεομπαρόκ — φαρμακιάρης — περιτομή — αυτοκινητίστρια — συριανός — σχεδίασμα — αμαίευτος — ανιστορώ — τροβαδούρος |
|||