|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κατουρογυάλι? — — μικρογράμματος — φάντης — ναυκληρικός — σμυρίγλη — κράμα — ποίηση — μέρος — βολταϊκός — φανέρωση — παλιόμουτρο — σερβίρισμα — όριο — ποσότητα — γανοειδής — παρεπόμενο — σπληνιάρης — ξυλοτρύπανο — σκάρος — πολιτισμός — σατινάρω — αιχμηρός |
|||