Новогреческий словарь
πολωτής
πολωτ|ής
ο физ.
поляризатор
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
поляризатор
? —
πολωτής
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολωτής
? — поляризатор
#
(ново)греческий словарь
—
αντιασθματικός
—
δυϊκός
—
δανείσιμος
—
ελευθερόστομος
—
ανιδιοτέλεια
—
μονοτρήματα
—
εκζητώ
—
σαρακοφάγωμα
—
αφοβέριγος
—
κλαδεύω
—
θρούμπα
—
ησυχαστικός
—
παρακοινοβούλιο
—
ποτηροθήκη
—
στυφάτο
—
πηδαλιούχηση
—
τιμαριωτισμός
—
τσελιγκάτο
—
αφιλοτίμητος
—
ακατοχύρωτος
—
αδιαλόγιστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве