|
ο рентгенолог #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рентгенолог? — ακτινοσκόπος как с (ново)греческого переводится слово ακτινοσκόπος? — рентгенолог — καθορευουσιάνα — βραχνάς — αναδακρώνω — αντιχορηγώ — καντιανισμός — αποθρασύνομαι — εθελοτυφλώ — ονομασία — χρωματοπώλης — ανεπίγνωστος — επιστάτισσα — ελληνοφοβίο — υψηλοτάτη — λωποδυτώ — ερωτικότητα — όμιλος — βουρκοτόπι — γλυκοκοιμάμαι — μπαρμπεριάτικα — ανημέρευτος — βοϊδόγλωσσα |
|||