ακτινοσκόπ|ος

формы словаβ
ακτινοσκόπ|ος
ο рентгенолог



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово рентгенолог? — ακτινοσκόπος
как с (ново)греческого переводится слово ακτινοσκόπος? — рентгенолог


καθορευουσιάναβραχνάςαναδακρώνωαντιχορηγώκαντιανισμόςαποθρασύνομαιεθελοτυφλώονομασίαχρωματοπώληςανεπίγνωστοςεπιστάτισσαελληνοφοβίουψηλοτάτηλωποδυτώερωτικότηταόμιλοςβουρκοτόπιγλυκοκοιμάμαιμπαρμπεριάτικαανημέρευτοςβοϊδόγλωσσα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit