|
ο епископ #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово епископ? — επίσκοπος как с (ново)греческого переводится слово επίσκοπος? — епископ — δειλιάζω — ξεχόλιασμα — χασαπόσκυλο — δυσμετακίνητος — επικρούω — ακαταπτόητος — κάπελας — άπιωτος — βασίλισσα — τσικρίκι — λεβέντικος — μαρμαρογλυφείο — διαλογιέμαι — λαντζιέρης — στέκω — φόντι — αρνί — ψωρίλας — πρωϊμιές — διαμαντοκάμωτος — κρυφτό |
|||