|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово θανατοφιλία? — — συρμακέσης — πολυβόλο — επίλεκτος — σαμπάνια — παγωτό — απεριόριστος — πυξάρι — τέτοιος — φαρμακοπότης — φρονηματίας — στηθοσκοπώ — λυκότρυπα — γλεντζές — αλεκάτη — εμπαίνω — σπουδαιοφάνεια — δωρητός — περιεκτικότητα — διαπιδύω — υπάρχω — δορυφόρος |
|||