|
το прядение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прядение? — γνεθολόγημα как с (ново)греческого переводится слово γνεθολόγημα? — прядение — γαιανθρακοφόρος — πυτιάζω — αλατεμπόριο — δασόκλειστος — συναποθνήσκω — αμετάπλαστος — αρτοδοτώ — αγάπη — επιβαρύνω — αξεσκέπαστος — παραφθάνει — διεθνιστική — σοροπιάζω — ηλεκτροπληξία — σπερματίνη — λαγοκούνελο — αγαλματουργία — κατακύλιση — μοσχαροκεφαλή — πασπατεύω — προπάτωρ |
|||