|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ταξιδάκι? — — πλάτανο — αερογέφυρα — μπάμπαλο — εμπαίζω — εμπλήρωση — καταδολιεύομαι — ανθρωπογνώστης — αδενεκτομή — αργυραμοιβός — σουλτανάτο — μπετό — φτήνια — καρδιά — φαρυγγόσπασμος — πρέσβειρα — φίλεργος — προστυχόφαστα — μουλλώνω — εξαπλάσιος — νογάω — κατάδικος |
|||