Новогреческий словарь
ταξιδάκι
ταξιδάκι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ταξιδάκι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ζημίωμα
—
ενυδρείο
—
γκαζόζα
—
κούπα
—
ραδιοεκπομπή
—
δευτεροετής
—
μουνόψειρα
—
σούβλισμα
—
ποταμολίμνη
—
κάμπια
—
παραδαρμένος
—
ενδιαίτησις
—
σκεπαστήρι
—
σαρκοφάγα
—
βρούντζος
—
πυρετώδης
—
εξαιρετικότητα
—
δυσαναλογία
—
αντενοκάταρτο
—
εφέσιμος
—
πουστάρα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве