Новогреческий словарь
φρεσκαλειμμένος
φρεσκαλειμμέν|ος
свежевыбеленный
(о стенах и т. п.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
свежевыбеленный
? —
φρεσκαλειμμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
φρεσκαλειμμένος
? — свежевыбеленный
#
(ново)греческий словарь
—
εξάνθηση
—
πιθαμφορέας
—
άστυφτος
—
ακαβάλλιστος
—
οροϊστορικός
—
καραμπινιέρος
—
ακόπως
—
εκλεύκανση
—
χονδρεμπόριο
—
φόρτε
—
μαντεμτζής
—
στιγματισμός
—
ενσφράγιστος
—
προεκλογή
—
υστερώ
—
ασωτεμός
—
μέσα
—
ευχετήριος
—
αισθητήριος
—
εβραίικος
—
μελάμπυρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве