|
η 1) демократка; 2) республиканка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово демократка? — δημοκράτισσα как на (ново)греческом будет слово республиканка? — δημοκράτισσα как с (ново)греческого переводится слово δημοκράτισσα? — демократка, республиканка — πέπερι — αδελφοξαδέλφια — τεχνολογώ — κατευναστικός — υαλοθέτης — κότσυφος — ασφαλιστικό — ρυγχοειδής — αλαργαίνω — απομωραίνομαι — φυλλοβολώ — ραδιενέργεια — καρναβαλικός — εργασία — απλοϊκά — αποδεδειγμένος — αντιαεροπλοϊκός — ιχθυοειδής — Ελλαδίτισσα — επίλεκτος — βραδυψυχισμός |
|||