Новогреческий словарь
ενδοθήλιον
ενδοθήλιον
το анат.
эндотелий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
эндотелий
? —
ενδοθήλιον
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενδοθήλιον
? — эндотелий
#
(ново)греческий словарь
—
βήχω
—
δενδρύλλιο
—
ασυμβίβαστος
—
φιαλοειδής
—
λατινόφρων
—
οργανοταξία
—
τολμάω
—
αποκαρδισμός
—
οπλοποιείο
—
κληματόξύλο
—
συλβία
—
νεώριον
—
αυτοδηλητηριάζομαι
—
ταγή
—
συζυγής
—
τυραννάω
—
διαφανοσκόπηση
—
αντιμαρξιστικός
—
αδερφοσκοτωμός
—
εύσαρκος
—
εκτονώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве