|
η молозиво #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово молозиво? — κολάστρα как с (ново)греческого переводится слово κολάστρα? — молозиво — γραφιστική — ανεξίτηλο — προφήτης — απόλεμος — ανδρειώνομαι — χεράτο — ρονιά — σγουρόμαλλος — εκκομιδή — βορβορώδης — αποθεωτικός — καταλαλώ — ελλειπτικός — γολιάθ — διαφημιστικό — ομάδα — ψιμμύθιο — διακοσάρης — εξωσχολικός — αλεπουδάκι — πειθαρχικώς |
|||