|
пацифистский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пацифистский? — ειρηνιστικός как с (ново)греческого переводится слово ειρηνιστικός? — пацифистский — έργ — λυπώ — κακόψυχος — χθαμαλός — καταποντίζομαι — μοναστηρήσιος — τζαμπατζής — εφτάζυμος — καθρέφτης — αφροστεφής — αισθηματολόγημα — αναισθητίαση — μπαρουταποθήκη — λύγξ — χειμωνιάτικα — βαροθερμόμετρο — διευκρινώ — ειμαρμένον — αλληλοσφάζομαι — κεντρικότητα — ενάριθμος |
|||