Новогреческий словарь
οκταετής
οκταετ|ής
восьмилетний
;
~ προθεσμία — восьмилетний срок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
восьмилетний
? —
οκταετής
как с
(ново)греческого
переводится слово
οκταετής
? — восьмилетний
#
(ново)греческий словарь
—
αδερφοδιώχτης
—
θρήσκα
—
οικοδίαντος
—
συμπλεκτικός
—
προσέγγιση
—
μοναρχισμός
—
στροφίς
—
μακροπρόθεσμος
—
μικροοργανισμός
—
μαγνητιστής
—
ακουρμάζομαι
—
ξενοκρατούμαι
—
άκωλος
—
μικροβιοφαγία
—
ανθελληνικά
—
ακαδημαϊκότης
—
κυτωρός
—
αποθέτω
—
σακοβελόνα
—
τυχοδιωκτισμός
—
εξαερίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве