|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μούγγα? — — πανεριά — παρακεκινδυνευμένος — τώντις — παραφωτίς — ψαρότοπος — χαλκογραφικός — λασπουριά — αστόχαστος — σιελογόνος — ανακοχλίαση — πηλοπλαστικός — υποδουλώνω — ονοματοποιούμαι — αμελοποίητος — άπλωμα — ρινοπλαστική — αχώνευτος — μάκτρον — υπογραμμισμός — λογαριασμός — πρόστησις |
|||