|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χριστιανή? — — αστείρευτος — χλώρωση — σαΐζω — σκατοφάγος — εμβρυολόγος — αντιβαίνω — στασιάρχης — τσαμπουκαλίδικα — βιολογία — μινύρισμα — χορδή — επιστρόφια — είλως — παμψηφία — επιβλαβώς — γλυτρωτής — μουχτερό — λεβεντόπαιδο — ξεδιάλυμα — αντιρρέω — αντιζυγισμένος |
|||