|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σκουράντζος? — — χαλκογραφώ — γέρα — παρήλιος — κριόμορφος — μετενταφιάζω — φίλιωμα — σκαλάθυρμα — χαστούκι — ενυπνίασμός — αναλογώ — κοσμητεία — αρμένισμα — ένθειος — δεύτερόγεννη — ασκοτείνιαστα — γαλαθηνός — σκανδαλοθηρω — ουρολογία — τραχανάς — φυσίγγη — συγκληρονόμος |
|||