Новогреческий словарь
ιησουίτικος
ιησουίτικ|ος
прям., перен.
иезуитский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
иезуитский
? —
ιησουίτικος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ιησουίτικος
? — иезуитский
#
(ново)греческий словарь
—
επανορθώτρια
—
κομφεττί
—
συνταγματικότητα
—
αφεντογυναίκα
—
ραπανόσουπα
—
κουφόμυαλος
—
περικνήμιον
—
επόχλευσις
—
λαναράς
—
έμπληση
—
εφυαλώνω
—
διεισδυτικότητα
—
τρίβων
—
φωνούλα
—
προσελκύω
—
ελειογενής
—
μυθιστόρημα
—
ζεύγος
—
δυστυχώ
—
σώγαμπρος
—
νυχτερίδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве