|
бот. бактериальный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бактериальный? — μικροφυτικός как с (ново)греческого переводится слово μικροφυτικός? — бактериальный — θερμοηλεκτροπαραγωγικός — δωδεκαπλος — δεφτέρι — συνδετήρας — συβάζομαι — δεκαπενταέτης — προανακρούω — προηγμένος — εξουθένωση — τούλι — αποβλητέος — μπήχτης — αποτελεσματικά — στραπατσάδα — κολυμβήτρια — ρυτιδώνομαι — λογχοφόρος — μότο — χάρισμα — στομαχιάρικος — αναφεγγιά |
|||