Новогреческий словарь
ποταμήσος
ποταμήσ|ος
речной
;
~ο ψάρι — пресноводная рыба
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
речной
? —
ποταμήσος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ποταμήσος
? — речной
#
(ново)греческий словарь
—
μαυρομαμούνα
—
προμελετάω
—
απρομελέτητος
—
υλικός
—
απαραφύλαχτος
—
τάραξη
—
προλεταριακός
—
βερμπαλιστικός
—
κεδροκούκουτσο
—
έκχωση
—
ρήγαινα
—
σταφυλοζάχαρο
—
αδαμαντοδεσία
—
κλουβί
—
σαλαγάω
—
αλλοτριώνω
—
ημίωρος
—
μαγικός
—
χαρτορρίχτρα
—
μονοσήμαντος
—
μελανιάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве