Новогреческий словарь
εξωκομματικός
εξωκομματικός
беспартийный
;
η ιδιότητα τού ~ού — беспартийность
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
беспартийный
? —
εξωκομματικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξωκομματικός
? — беспартийный
#
(ново)греческий словарь
—
συνυπηρετώ
—
αμούχλιαστος
—
ριζώννομαι
—
φιλοσοφικός
—
τηλεβόας
—
φουσκαλίδα
—
μαμμούθ
—
αζεμάτιαστος
—
αγαθεύω
—
βουτσινάδικο
—
επιδεινωτικός
—
γιατροπορεύω
—
αδιάθλαστος
—
υφαντουργός
—
κατασκήνωση
—
αμερικανίζω
—
αρχοντοπιάνομαι
—
ογκολόγος
—
σμιγάδι
—
αηδών
—
έμμετρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,