θεοκόπηλ|ος

формы словаβ
θεοκόπηλ|ος
кощунственный



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово кощунственный? — θεοκόπηλος
как с (ново)греческого переводится слово θεοκόπηλος? — кощунственный


παραδειγματικόςμορμηγκοφάγοςμαμάκιαςχαζοχαρούμενοςαμίαντοςξάνσηκορφούλααυτοφανήςαντικατασταίνωοδοντιατρικόςγατίλαυπνώτισηκρατητήριοανεβόλιασμαθησαυρίζωχουρμαδιάβρασμόςηλεκτροκαρδιογράφοςουσιαστικοποίησηκανατάδικοπροτιμότερο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit