|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ρετσινάτος? — — αναδέχομαι — καταγράφω — ψυχοπαθητικός — αγυάλιστος — αμυδρόφωτος — αψιθάτο — επιβίβαση — μεσότοιχίο — σούδα — ερματίζω — ξεχερσωμένος — αφροδισιασμός — κεντρόφύξ — διημερεύω — δείχτω — υποκάμισο — αχρήστευση — κακοβούλως — τράνταγμα — πηδηχτός — συντονιστής |
|||