|
юмористический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово юмористический? — χιουμοριστικός как с (ново)греческого переводится слово χιουμοριστικός? — юмористический — επετεύχθην — μακαρίτικος — γέλοιο — μετεωροσκοπικός — ευστόμαχος — τυφλός — απαρασκεύαστος — διατυμπανισμός — οπισθοβουλία — μαξιλλάρα — δαμαστήριος — πολυπραγμονώ — κεντράκι — νταβάνι — σουριστής — υστερόβουλος — κροκός — αποκορυφούμαι — εμβολίζω — εφιάλτης — απιστομώνω |
|||