|
η беременная #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово беременная? — γκαστρωμένη как с (ново)греческого переводится слово γκαστρωμένη? — беременная — χέλι — κοσμοχάλαση — συμπυκνωτήρας — λακκάκι — ξενοφοβικός — καλόγνωμος — αθυρματοποιία — ήλιο — μεταξοβιομήχανος — προσωποκράτηση — πετσέτα — επιδετικός — διαφιλονείκία — αμπερομετρικός — ψωρικός — αχρεώστητα — δυσμορφία — υδρομασάζ — πρεζάκι — μαδερι — αμετακίνητος |
|||