|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συγκαιρινός? — — δύσκολος — αιγυπτιολόγος — συμβολαιογραφία — ψεύδος — γυψέλι — λησμοβότανο — κανναβίς — άκομπανιαρισμα — προφανώς — στομφώδης — κακοκαμωμένος — θρεφτάρι — γέρμα — εξανδραπόδισμός — αριθμίζω — πεθυμάω — πονοκέφαλος — ανακτοβούλιο — κατακεραυνώνω — φωνιατρική — τυρός |
|||