|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δεσποτάτον? — — δογματική — πρωτάρης — αξεσκέπαστος — οπιομανία — εντάσσομαι — μπεηλίκι — εναντιοφρονώ — εσοδεία — συζήτηση — προκαρυωτικά — απελπίζομαι — έφαλσις — τραπεζοκόμος — αγαπητική — πρωτομαγιάτικα — ταιριαστά — καήλα — λεπτογραμμένος — χρηστός — ασπάλακας — αδιαλυτότητα |
|||