|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δικτατορίσκος? — — αυταπόδειχτος — συντροφεύω — χυδαϊστής — αγγελοκάμωτος — εκβουλγαρίζω — ανομοιογένεια — μετακινούμαι — ξοφλημένος — ιστοσελίδα — θραύω — τηλεφωνικός — φορτηγατζής — καυτός — εξώδερμα — κερατοειδής — αποκορυφώνομαι — αιματέμετος — εθνοτικός — πανύψηλος — εκλογοδικείο — προπαίδευση |
|||